Πότε τα εισοδήματα αποτελούν αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας

Περιπτώσεις παραγραφής και ημερομηνίας απόκτησης εισοδήματος.

Στόχο να εξορθολογίσει και να οριοθετήσει τους φορολογικούς ελέγχους, έχει η εγκύκλιος της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, η οποία δημοσιεύθηκε την Παρασκευή (1175/2017).

 

Το συγκεκριμένο έγγραφο της ΑΑΔΕ διευκρινίζει σε ποιες περιπτώσεις προκύπτει προσαύξηση εισοδήματος από νόμιμα ή παράνομα μέσα.

 

Τα Φορολογικά Νέα με τη βοήθεια του φοροτεχνικού, Ηλία Χατζηγεωργίου, αποκωδικοποιούν τις βασικές διατάξεις της εγκυκλίου.

 

Τι ισχύει για αδήλωτα εισοδήματα

Όπως προκύπτει από το συγκεκριμένο έγγραφο, εάν οι ελεγκτικές αρχές διαπιστώσουν ότι εμφανίζεται αύξηση περιουσιακών στοιχείων, ακόμα και αν δεν έχει συμπεριληφθεί στη δήλωσή ένα τυπικό γεγονός όπως οι τόκοι, θα πρέπει οι ελεγκτές να το αντιμετωπίζουν σαν να μην υπάρχει προσαύξηση περιουσίας.

 

«Εάν για παράδειγμα τίθεται ζήτημα έκτακτης εισφοράς, τότε το ποσό λογίζεται ως έκτακτη εισφορά».

Περιπτώσεις παραγραφής και ημερομηνίας απόκτησης εισοδήματος

Η ίδια εγκύκλιος επισημαίνει ότι η φορολογική αρχή υπολογίζει ως ημερομηνία για τη διενέργεια ελέγχου, αυτή κατά την οποία αποκτήθηκε το κάθε εισόδημα. Διευκρινίζεται ότι η απόκτηση του εισοδήματος προηγείται χρονικά της ημερομηνίας, κατά την οποία αυτό κατατίθεται ή εμβάζεται σε έναν τραπεζικό λογαριασμό.

 

«Έτσι, εάν τα χρήματα που αποκτήθηκαν καταλήγουν σε παραγραμμένες χρήσεις, καθότι αποκτήθηκαν το 2004 και το 2010 ο ελεγχόμενος πραγματοποίησε έμβασμα αυτών των χρημάτων στο εξωτερικό, επί της ουσίας ο έλεγχος θα πρέπει να αποδεχτεί ότι το ποσό εμπίμπτει χρονολογικά στο 2004, οπότε το χρονικό όριο παραγραφής έχει παρέλθει».

Ποιοι ευνοούνται και ποιοι όχι

Σε αυτή την περίπτωση παρουσιάζονται δύο διαφορετικές όψεις. Στη μία αποτυπώνονται οι φορολογούμενοι που καρπώνονται τη διευκρίνηση και εμπίπτουν στις διατάξεις περί παραγραφής. Από την άλλη πλευρά όμως υπάρχουν και εκείνοι που θα υποβληθούν σε έλεγχο για παλαιότερες χρήσεις.

Στο ίδιο σημείο επισημαίνεται ότι εάν ο φορολογούμενος δεν προσκομίσει στοιχεία σχετικά με επένδυση ή κίνηση λογαριασμού στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό, λόγω αντικειμενικής αδυναμίας – εάν έχει παράλθει ο χρόνος που η τράπεζα ή άλλος φορέας ορίζει για τη διαφύλαξη των σχετικών αρχείων – οι ισχυρισμοί του γίνονται δεκτοί και δεν προχωράει ο έλεγχος σε βάρος του.

Ωστόσο και σε αυτή την περίπτωση εάν η ελεγκτική αρχή έχει στη διάθεσή της άλλα στοιχεία, μπορεί να απορρίψει τις αιτιάσεις του φορολογουμένου, κάτι που σπάνια μπορεί να συμβεί καθότι η κύρια πηγή πληροφόρησης για τις ελεγκτικές αρχές είναι οι τράπεζες.

Ο χρόνος παραγραφής

Υπενθυμίζουμε ότι αυτή τη στιγμή ο χρόνος παραγραφής ανέρχεται στα πέντε έτη, χωρίς να δίνεται δικαίωμα παράτασης της παραγραφής.

 

Ωστόσο αυτό που ορίζει ο νόμος είναι πως εάν προκύψουν και νέα αποδεικτικά στοιχεία, δίνεται παράταση στην υπόθεση για επιπλέον πέντε έτη.

 

Εξαίρεση αποτελούν οι περιπτώσεις που αφορούν σε περιπτώσεις εισοδημάτων που αποκτήθηκαν από παράνομη δραστηριότητα – π.χ. ξέπλυμα χρήματος – όπου ο χρόνος παραγραφής διευρύνεται στα 20 έτη και σε αυτή την περίπτωση, η αρμόδια αρχή, θα πρέπει να αποδείξει ότι υφίσταται τέτοια περίπτωση.

Επισφραγίζοντας την απόφαση του 2015

Μεταξύ άλλων η ίδια εγκύκλιος επισφραγίζει παλαιότερη απόφαση του 2015, η οποία όριζε πως όταν υπάρχει ανάληψη και επανακατάθεση χρημάτων, δεν προκύπτει προσαύξηση εισοδήματος.

 

Όπως διευκρινίζει ο κύριος Παπαγεωργίου, υπάρχει περίπτωση κατά την οποία ένας καταθέτης πραγματοποίησε ανάληψη χρημάτων από το λογαριασμό του και τα επανακατέθεσε μερικές ημέρες αργότερα στον ίδιο λογαριασμό, ιδίως κατά τις περιόδους εκείνες που υπήρχαν φόβοι στο καταθετικό κοινό για κούρεμα καταθέσεων.

 

Σε αυτή την περίπτωση βέβαια θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι πλέον αυτή η δυνατότητα ανάληψης μεγάλου ποσού, είναι πλέον ανέφικτη κυρίως λόγω της υφιστάμενης νομοθεσίας περί ελέγχου κεφαλαίων.

«Ωστόσο η απόφαση διευκρινίζει τι θα ισχύει σε ανάλογες περιπτώσεις μελλοντικά», συμπληρώνει ο φοροτεχνικός.

Υπερτίμημα από μεταβίβαση ακινήτου και συμπληρωματικό συμβόλαιο

Σε ό,τι αφορά σε περιπτώσεις που προκύπτει υπερτίμημα από τη μεταβίβαση ακινήτου, ο νόμος όριζε πως όταν το συμβόλαιο ανέγραφε για παράδειγμα το ποσό των 10.000 ευρώ και το πραγματικό ήταν 30.000, θα έπρεπε ο πολίτης να καταρτίσει συμπληρωματικό συμβόλαιο.

 

Σε αρκετές των περιπτώσεων όμως ο αγοραστής δεν δεχόταν να συνάψει συμπληρωματικό συμβόλαιο και η υλοποίησή του δεν μπορούσε να γίνει μονομερώς.

 

Με την εγκύκλιο ορίζεται για πρώτη φορά, ότι εάν ο πωλητής αποδείξει πως τα 30.000 ευρώ προέρχονται από την πώληση του ακινήτου, προσκομίζοντας τραπεζική επιταγή ή άλλο αποδεικτικό, η φορολογική αρχή αποδέχεται ότι το ποσό προήλθε από την πώληση του ακινήτου, και δεν υποχρεώνει τον φορολογούμενο να υποβάλει συμπληρωματικό συμβόλαιο.

Διακίνηση ποσών απο φυσικά πρόσωπα για λογαριασμό επιχειρήσεων

Τέλος, σε περιπτώσεις φυσικών προσώπων που χρησιμοποιούσαν προσωπικούς λογαριασμούς για την διακίνηση εταιρικών εμβασμάτων, εάν αποδειχθεί ότι τα ποσά αυτά προορίζονται για τις ανάγκες τις επιχείρησης, δεν λογίζονται ως προσαύξηση περιουσίας.

Πηγή : forologikanea