Πώς ελέγχεται η αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας

Διευκρινίσεις για την προσαύξηση.

Ω​​ς γνωστόν, μεγάλος αριθμός φορολογουμένων έχει κληθεί προς έλεγχο από τη φορολογική διοίκηση με βάση στοιχεία, τα οποία προέκυψαν από το άνοιγμα των τραπεζικών τους λογαριασμών και τα οποία αποτελούν ένδειξη για προσαύξηση περιουσίας από παράνομη ή αδικαιολόγητη ή άγνωστη πηγή. Η προσαύξηση αυτή φορολογείται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα.

Απόφαση ΣτΕ 2934/2017

Η ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε, με την πολυαναμενόμενη απόφαση 2934/2017, ότι τα στοιχεία για τα υπόλοιπα και τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών στην ημεδαπή, ανεξαρτήτως αν αυτά στοιχειοθετούν την απόκτηση εισοδήματος, δεν αποτελούν «συμπληρωματικά στοιχεία», δηλαδή δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την παράταση της πενταετούς παραγραφής σε δεκαετή. Ο λόγος είναι ότι τα στοιχεία αυτά βρίσκονταν στη διάθεση του φορολογικού ελέγχου, ο οποίος μπορούσε ανά πάσα στιγμή να λάβει γνώση αυτών από τα ημεδαπά τραπεζικά ιδρύματα, εντός της αρχικής πενταετούς παραγραφής. Ως εκ τούτου, οι υποθέσεις που μπορούν να ελεγχθούν φορολογικά βάσει στοιχείων τραπεζικών καταθέσεων από ημεδαπές τράπεζες είναι αυτές της τελευταίας 5ετίας, ήτοι από το 2011 και εφεξής.

Περαιτέρω, η απόφαση επαναλαμβάνει το σκεπτικό της πρόσφατης ΣτΕ 1738/2017, ότι παράταση της παραγραφής είναι δυνατή μόνο με διάταξη θεσπιζόμενη το αργότερο το έτος, που έπεται εκείνου, στο οποίο ανάγεται η φορολογική υποχρέωση. Συνεπώς, όλοι οι νόμοι από το 2006 κι εφεξής, με τους οποίους παρατάθηκε η παραγραφή λίγο πριν από τη λήξη της πενταετίας, ήταν αντισυνταγματικοί.

Γίνεται δε αναφορά και στη διάταξη, η οποία προβλέπει την αναδρομική εφαρμογή της 20ετούς παραγραφής για περιπτώσεις φοροδιαφυγής, η οποία διαπράχθηκε πριν από την εφαρμογή του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (δηλ. πριν από την 1/1/2014) και συγκεκριμένα για υποθέσεις της χρήσης 2008 και μετά. Σύμφωνα με το σκεπτικό, η εικοσαετής παραγραφή μπορεί να εφαρμοσθεί αναδρομικά μόνο για το 2013 (κι εφεξής).

Διευκρινίσεις για την προσαύξηση

Η εγκύκλιος ΠΟΛ. 1175/2017 έδωσε διευκρινίσεις και περαιτέρω οδηγίες για το πώς πρέπει να ελέγχονται οι υποθέσεις της αδικαιολόγητης προσαύξησης της περιουσίας των φορολογουμένων που βασίζονται σε κινήσεις τραπεζικών λογαριασμών. Συγκεκριμένα:

Διευκρινίστηκε ότι δεν θεωρείται αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας η πίστωση σε λογαριασμό χρηματικού ποσού, του οποίου η προέλευση είναι εμφανής. Αυτό ισχύει ακόμα και εάν το ποσό αυτό δεν έχει συμπεριληφθεί στις σχετικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος. Στις περιπτώσεις αυτές, ο καταλογισμός του φόρου γίνεται αναλόγως του είδους του εισοδήματος (π.χ. από ακίνητα, κεφάλαιο, κ.λπ.).

Η μη προσκόμιση στοιχείων λογαριασμών ημεδαπής, λόγω αντικειμενικής αδυναμίας προσκόμισης των σχετικών δικαιολογητικών (π.χ. διότι έχει παρέλθει ο χρόνος υποχρέωσης διαφύλαξης των σχετικών αρχείο από το τραπεζικό ίδρυμα), συνεπάγεται την αποδοχή των ισχυρισμών του φορολογουμένου, εκτός εάν η φορολογική αρχή διαθέτει άλλα στοιχεία απόρριψης των ισχυρισμών του.

Εφόσον η απόκτηση της επένδυσης έλαβε χώρα σε χρόνο εκτός των φορολογικών ετών που ελέγχονται ή το εισερχόμενο έμβασμα αλλοδαπής προέρχεται από καταθέσεις /εισοδήματα προγενέστερων ετών, οι σχετικές πιστώσεις θεωρούνται δικαιολογημένες για το ελεγχόμενο διάστημα και δεν θεμελιώνουν επέκταση του φορολογικού ελέγχου στα προγενέστερα αυτά έτη.

Το ποσό τραπεζικού λογαριασμού που τροφοδότησε έμβασμα και θεωρήθηκε ως προσαύξηση περιουσίας φορολογείται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα της διαχειριστικής περιόδου κατά την οποία εισήχθη πρώτη φορά στην περιουσία του δικαιούχου του λογαριασμού. Η μεταφορά του με έμβασμα από τραπεζικό λογαριασμό δικαιούχου σε άλλο τραπεζικό λογαριασμό του (στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή) δεν αποτελεί προσαύξηση της περιουσίας του.

Πίστωση η οποία αποδεδειγμένα προέρχεται από ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα φορολογείται ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα και υπόκειται σε λοιπές φορολογίες (π.χ. ΦΠΑ), εφόσον δεν έχει ήδη φορολογηθεί.

Σε περίπτωση συμμετοχής του ελεγχόμενου σε οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο, το ποσό που πιστώνεται σε λογαριασμό του και αποδεικνύεται ότι αφορά συναλλαγές ή εισόδημα του νομικού προσώπου δεν συνιστά προσαύξηση περιουσίας. Σε αυτή την περίπτωση, το ποσό μπορεί να θεωρηθεί δάνειο ή ταμειακή διευκόλυνση.

Το υπερβάλλον τίμημα από μεταβίβαση ακινήτου, το οποίο διαπιστώνεται ως τέτοιο από τον έλεγχο, δεν αποτελεί προσαύξηση περιουσίας.

Πηγή : ASnetwork